(Βλ. μελέτη στο ΔΕΕ 2016)
«….με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (εφεξής και ΠΝΠ) της 28.6.2015,……… ορίσθηκε…… ότι: «1. Η χρονική περίοδος από 28 Ιουνίου έως και 6 Ιουλίου κηρύσσεται τραπεζική αργία. ………Κατά την τραπεζική αργία δεν μπορεί να διενεργηθεί καμία άλλη τραπεζική εργασία….. Η Τράπεζα της Ελλάδος επιβάλλει στα πιστωτικά ιδρύματα για κάθε παράβαση της παρούσας πρόστιμο ύψους έως του ενός δεκάτου του ποσού της αντίστοιχης συναλλαγής. Επιπλέον το πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να καταγγείλει την σύμβαση εργασίας ή έργου του προσώπου που ευθύνεται για την παράβαση…». …………
Αμφίβολης, όμως, συνταγματικότητας είναι η ΠΝΠ……… Η ΠΝΠ συνιστά ουσιαστικό νόμο. Συνεπώς, στο διάστημα που ισχύει και αφότου κυρωθεί, ερμηνεύεται και εφαρμόζεται ως νόμος. …………..Σύμφωνα με το άρθρο 44 του Συντάγματος, μία ΠΝΠ υποβάλλεται στη Βουλή για κύρωση μέσα σε σαράντα ημέρες από την έκδοσή της ή μέσα σε σαράντα ημέρες από τη σύγκληση της Βουλής σε σύνοδο. Αν δεν υποβληθεί στη Βουλή μέσα στις προαναφερόμενες προθεσμίες ή αν δεν εγκριθεί από αυτήν μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή της, παύει να ισχύει για το μέλλον…………….Στις απαγορεύσεις της ΠΝΠ δεν συμπεριλαμβανόταν η περίπτωση της εκμίσθωσης θυρίδων και της χρήσεώς τους από τους μισθωτές, δικαιούχους….. Οι κυρώσεις αναφέρονται σε απαγορευμένες χρηματικές, αποκλειστικά, συναλλαγές……… Έτσι….. η καταγγελία των συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας αόριστης διάρκειας υπαλλήλων τράπεζας, που επέτρεψαν την πρόσβαση σε θυρίδες θησαυροφυλακίου της δικαιούχων, μισθωτών, είναι αναμφίβολα παράνομη. Είναι δε παράνομη, είτε λόγω ευθείας παραβάσεως των διατάξεων της ΠΝΠ 28.6.2015, η οποία προέβλεπε καταγγελία σχέσεων εργασίας για άλλους λόγους και υπό άλλες προϋποθέσεις, είτε λόγω αντισυνταγματικότητας της εφαρμοσθείσης ΠΝΠ, ως προς την απαγόρευση, τουλάχιστον, της πρόσβασης των μισθωτών στις θυρίδες τους, είτε λόγω του ανισχύρου αυτής κατά τον χρόνο εφαρμογής της, την 1.10.2015, ως προς τις καταγγελίες, είτε λόγω καταχρηστικής, αυτοτελώς, ασκήσεως του σχετικού δικαιώματος της τράπεζας. Η παράνομη, κατά ταύτα, καταγγελία είναι αυτοδικαίως άκυρη (ΑΚ 174), λογιζομένη ως μηδέποτε λαβούσα χώρα (ΑΚ 180). Κατά συνέπεια, και οι συμβάσεις εργασίας των «απολυθέντων» υπαλλήλων ουδέποτε λύθηκαν…»